Μια
μέρα που ο Μωυσής έβοσκε τα πρόβατα του πεθερού του Ιοθόρ (Ραγουήλ) στο όρος
Χωρήβ, είδε να βγαίνουν φλόγες από μια βάτο, χωρίς όμως η βάτος να καίγεται.
Πλησίασε να δει τι συμβαίνει και τότε άκουσε τη φωνή του Θεού να του λέει να
βγάλει τα σαντάλια του και να μη προχωρήσει περισσότερο, γιατί ο τόπος είναι
ιερός.
Ο Μωυσής έβγαλε τα σαντάλια του και έπεσε στα
γόνατα. Ο Κύριος του είπε: «Πήγαινε και πες στους Ισραηλίτες ότι σου
παρουσιάστηκε ο Κύριος και σου είπε, ότι είδε τη δυστυχία σας. Άκουσε τους
στεναγμούς σας και κατέβηκε να σας λυτρώσει από τη δουλεία της Αιγύπτου και να
σας οδηγήσω στη γη της επαγγελίας, σε μια χώρα εύφορη όπου ρέει γάλα και μέλι.
Μετά θα πας λοιπόν στο Φαραώ και θα του πεις να αφήσει ελεύθερο το λαό μου.»
Ο Μωυσής ρώτησε: «Κύριε, και εάν δεν με
πιστέψουν τι θα τους πω»;
Τότε ο Θεός φανέρωσε στο Μωυσή το όνομα Του:
«Εγώ ειμί ο Ών (που σημαίνει "εκείνος που είμαι"). Είμαι ο Θεός των
προγόνων σας, ο Θεός του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ. Αυτό είναι το
"όνομα" μου στον αιώνα, και με αυτό θα με επικαλούνται όλες οι
γενιές.
Ταραγμένος ο Μωυσής ρώτησε: «Κύριε, ποιος είμαι
εγώ για να ζητήσω από το Φαραώ να ελευθερώσει τους Ισραηλίτες;»
Ο Κύριος του είπε ότι θα τον στηρίξει στο
δύσκολο έργο του και για να τον δεχτούν οι Ισραηλίτες ως αρχηγό τους και
εκπρόσωπο του Θεού, αλλά και να πειστεί ο Φαραώ να αφήσει ελεύθερους τους
συμπατριώτες του, τον όπλισε με δύναμη
να εκτελέσει τρία θαύματα που θα αποτελούσαν σημεία για την προέλευση του
διορισμού του, και επειδή ήταν βραδύγλωσσος του έδωσε ως βοηθό τον αδερφό του
Ααρών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου