Το
δεύτερο μήνα του δεύτερου χρόνου της πορείας στην έρημο, η νεφέλη σηκώθηκε πάνω
από τη σκηνή του Μαρτυρίου. Τότε ξεκίνησαν κι οι Ισραηλίτες από την έρημο Σινά
και πάντα προπορευόταν η Κιβωτός της Διαθήκης.
Ο λαός άρχισε πάλι να παραπονιέται στον Κύριο
για τα βάσανα του. Όταν ο Κύριος τους άκουσε, εξοργίστηκε κι έστειλε εναντίον
τους φωτιά, η οποία έκαψε μια άκρη του στρατοπέδου. Τότε ο λαός φώναξε στο
Μωυσή για βοήθεια. Εκείνος προσευχήθηκε στον Κύριο και η φωτιά έσβησε.
Άλλη φορά πάλι άρχισαν να γκρινιάζουν και να
ζητάνε κρέας. Ο Μωυσής άκουσε το λαό που γκρίνιαζε καθώς στέκονταν κατά ομάδες
μπροστά στις σκηνές τους, και λυπήθηκε γιατί ο Θεός είχε θυμώσει πολύ μαζί
τους.
Στο μεταξύ, ο Κύριος σήκωσε έναν αέρα που
παρέσυρε από τη θάλασσα ορτύκια και τα έριξε γύρω από το στρατόπεδο. Ο λαός
σηκώθηκε και μάζευε ορτύκια όλη εκείνη την ημέρα. Την ώρα που ο λαός ακόμη
έτρωγε ο Κύριος χτύπησε με θάνατο όσους είχαν καταληφθεί από έντονη επιθυμία να
φάνε κρέας.
Κατά το δεύτερο χρόνο της πορείας στην έρημο, ο
Μωυσής παντρεύτηκε μια Αιθιόπισσα, γεγονός που προκάλεσε τη ζηλοφθονία του
Ααρών και της Μαριάμ. Ο Κύριος οργίστηκε εναντίον τους και τότε η Μαριάμ γέμισε
λέπρα. Ο Ααρών ζήτησε συγχώρεση από το Μωυσή για την ανοησία τους.
Τότε ο Μωυσής ζήτησε από τον Κύριο να την
θεραπεύσει. Ο Κύριος του απάντησε ότι η Μαριάμ θα πρέπει να σηκώσει το βάρος
της ντροπής της για εφτά μέρες. Στο διάστημα αυτό θα είναι περιορισμένη έξω από
το στρατόπεδο. Έμεινε λοιπόν η Μαριάμ εφτά μέρες έξω από το στρατόπεδο, και ο
λαός δεν ξεκίνησε ως την ημέρα που την έφεραν πάλι μέσα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου