Τρίτη 27 Νοεμβρίου 2018

Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΑΧΑΑΒ ΣΤΟΝ ΙΣΡΑΗΛ - Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΗΛΙΑΣ


Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΗΛΙΑΣ ΠΡΟΑΝΑΓΓΕΛΛΕΙ ΑΝΟΜΒΡΙΑ
ΚΑΙ Η ΦΥΓΗ ΤΟΥ ΣΤΟ ΧΕΙΜΑΡΡΟ ΧΟΡΡΑΘ
Ο προφήτης Ηλίας
στο χείμαρρο Χορράθ
Ο Αχαάβ, όταν πέθανε ο πατέρας του, ο Αμβρί, κατά το δεύτερο έτος της βασιλείας του Ιωσαφάτ στον Ιούδα, ανέβηκε στο θρόνο του βασιλείου του Ισραήλ. Ο Αχαάβ έπραξε ό,τι δυσαρεστεί τον Κύριο, ξεπερνώντας στην ασέβεια όλους τους προκατόχους του. Και δεν του έφτανε αυτό, αλλά πήρε ακόμα για γυναίκα του την Ιεζάβελ, κόρη του Ιεθεβαάλ (Εθβαάλ), βασιλιά των Σιδωνίων, και λάτρεψε το Βάαλ και τον προσκύνησε. Έχτισε, μάλιστα, θυσιαστήριο στο Βάαλ, στον ομώνυμο ναό, που είχε χτίσει στη Σαμάρεια.
Την ίδια περίοδο εμφανίστηκε και ο προφήτης Ηλίας. Ο προφήτης, ως απεσταλμένος του Θεού, πηγαίνει στο βασιλιά Αχαάβ και προφητεύει ότι θ' ακολουθήσουν τρία χρόνια ανομβρίας στη χώρα. Έπειτα για ν' αποφύγει την οργή του Αχαάβ, σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου, κατέφυγε στο χείμαρρο Χορράθ, ανατολικά του Ιορδάνη. Εκεί οι κόρακες, σύμφωνα με το λόγο του Κυρίου, του έφερναν ψωμί το πρωΐ και κρέας το βράδυ. Κι από το χείμαρρο έπινε νερό. Μετά όμως από μερικές ημέρες ξεράθηκε ο χείμαρρος, γιατί υπήρχε ανομβρία στη χώρα.

Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΗΛΙΑΣ ΚΑΙ Η ΧΗΡΑ ΤΗΣ ΣΑΡΕΠΤΑ
Όταν ξεράθηκε ο χείμαρρος, ο προφήτης Ηλίας πήρε καινούρια εντολή από τον Κύριο, να πάει στη Σαρεπτά, στην περιοχή της Σιδώνας, και να μείνει εκεί. Ο Κύριος έδωσε εντολή σε μια χήρα να φροντίζει για την τροφή του προφήτη. Σηκώθηκε, λοιπόν, ο Ηλίας και πήγε στη Σαρεπτά.
Όταν έφτασε στην πύλη της πόλης, είδε μια χήρα που μάζευε ξύλα. Της φώναξε και της ζήτησε να του φέρει λίγο νερό σ' ένα κύπελλο για να πιει.  Ενώ αυτή πήγαινε να φέρει νερό, ο Ηλίας της φώναξε ξανά να του φέρει και λίγο ψωμί, από εκείνο που κρατούσε στο χέρι της. Εκείνη του απάντησε, ότι δεν είχε ψωμί, παρά μόνο μια χούφτα αλεύρι στο πιθάρι και λίγο λάδι στο δοχείο. Και ότι πήγε εκεί για να μαζέψει λίγα ξύλα, για να ετοιμάσει για κείνη και το γιο της ό,τι έχει απομείνει από το αλεύρι, και μετά να πεθάνουν από την πείνα.
Ο Ηλίας όμως της είπε να μην ανησυχεί και να πράξει όπως της είπε. Μόνο να φτιάξει πρώτα μια μικρή λαγάνα για κείνον κι έπειτα να φτιάξει για κείνη και το γιο της. Γιατί ο Κύριος είπε, ότι το πιθάρι με το αλεύρι δεν θ' αδειάσει και το λάδι στο δοχείο δεν θα λιγοστέψει, ως τη μέρα που ο Κύριος θα στείλει βροχή ξανά στη γη.
Πήγε, λοιπόν, η γυναίκα κι έκανε όπως της είπε ο προφήτης. Κι έμεινε ο Ηλίας στο σπίτι της και τρώγανε για πολλές μέρες. Πράγματι, το πιθάρι με το αλεύρι δεν άδειασε και το λάδι στο δοχείο δε λιγόστεψε, όπως ακριβώς είχε πει ο Κύριος μέσω του Ηλία.
Έπειτα από τα γεγονότα αυτά αρρώστησε ο γιος της γυναίκας. Η αρρώστια του ήταν πάρα πολύ βαριά, ώστε έσβησε πλέον η ζωή του. Τότε η γυναίκα είπε στον Ηλία: «Τι είμαι εγώ για σένα, άνθρωπε του Θεού; Ήρθες στο σπίτι μου για να θυμηθεί ο Κύριος της αμαρτίες μου και να θανατώσει το γιο μου;»
Τότε ο Ηλίας της ζήτησε να του φέρει το παιδί της. Το πήρε από την αγκαλιά της και το ανέβασε στο ανώγι, όπου έμενε ο ίδιος, και το ξάπλωσε πάνω στο κρεβάτι του. Προσευχήθηκε τότε στον Κύριο και του είπε, γιατί έκανε κακό στη χήρα που τον φιλοξενεί και άφησε να πεθάνει ο γιος της; Μετά φύσηξε πάνω στο παιδί τρεις φορές και προσευχήθηκε στον Κύριο να επιστρέψει πίσω η ψυχή του παιδιού.
Ο Κύριος άκουσε την επίκληση του Ηλία, ξαναγύρισε η ψυχή του παιδιού μέσα του και αναστήθηκε. Και τότε φώναξε δυνατά το παιδί. Ο Ηλίας πήρε το παιδί και το παρέδωσε στη μητέρα του, λέγοντας πως το παιδί της είναι ζωντανό. Εκείνη του απάντησε, ότι έχει πεισθεί πως είναι άνθρωπος του Θεού και πως ό,τι προφητεύει είναι πραγματικά λόγος του Κυρίου.

Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΗΛΙΑΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΕΤΑΙ ΣΤΟΝ ΑΧΑΑΒ
Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟΥΣ ΙΕΡΕΙΣ ΤΟΥ ΒΑΑΛ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΣΤΑΡΤΗΣ
Ο προφήτης Ηλίας κάνει τη θυσία στον Κύριο
Μετά από πολύ καιρό, το τρίτο έτος της ξηρασίας, ο Κύριος έδωσε εντολή στον Ηλία να παρουσιαστεί στον Αχαάβ και του είπε ότι θα στείλει βροχή στη γη. Ξεκίνησε, λοιπόν, ο Ηλίας να πάει στον Αχαάβ, ενώ η πείνα λόγω της ανομβρίας είχε επιδεινωθεί στη Σαμάρεια. Ο Αχαάβ εκείνες τις μέρες είχε καλέσει τον Αβδιού, τον αρχιοικονόμο του, ο οποίος σεβόταν πολύ τον Κύριο. Κι όταν η Ιεζάβελ είχε διατάξει να θανατώσουν τους προφήτες του Κυρίου, ο Αβδιού είχε πάρει εκατό προφήτες και τους είχε κρύψει από πενήντα σε δύο σπήλαια και τους προμήθευε ψωμί και νερό. Ο Αχαάβ, λοιπόν, είχε πει στον Αβδιού να πάνε σε όλες τις πηγές και στους χειμάρρους της χώρας, μήπως βρουν χορτάρι για να ταΐσουν τα άλογα και τα μουλάρια του παλατιού, πριν πεθάνουν μέσα στους στάβλους. Μοίρασαν, λοιπόν, τη χώρα ώστε να πάνε παντού. Ο Αχαάβ πήρε τον ένα δρόμο και ο Αβδιού πήρε τον άλλο δρόμο.
Στο δρόμο του ο Αβδιού συνάντησε τον προφήτη Ηλία. Ο Ηλίας του είπε να πάει και να πει στον κύριό του να τον συναντήσει. Ύστερα από τις αντιρρήσεις του Αβδιού, που φοβόταν μήπως η οργή του Αχαάβ πέσει πάνω του, ο Ηλίας τον καθησύχασε και τον διαβεβαίωσε πως η συνάντηση θα γίνει και δεν θα πάθει τίποτα. Έτσι ο Αβδιού πήγε και βρήκε τον Αχαάβ και του έδωσε το μήνυμα του προφήτη. Πράγματι ο Αχαάβ πήγε να συναντήσει τον Ηλία. Μόλις τον είδε, του είπε: «Εσύ είσαι που αναστατώνεις τον ισραηλιτικό λαό;» Ο Ηλίας του απάντησε: «Δεν αναστατώνω εγώ τον λαό, αλλά εσύ και η οικογένεια του πατέρα σου, επειδή αρνηθήκατε να υπακούσετε τις εντολές του Κυρίου και λατρέψατε το Βάαλ. Τώρα, λοιπόν, στείλε και συγκέντρωσε όλους τους Ισραηλίτες, στο όρος Κάρμηλος, όπως επίσης και τους 450 ιερείς του Βάαλ καθώς και τους 400 ιερείς των δασών της Αστάρτης, τους προστατευόμενους της βασίλισσας Ιεζάβελ».
Ο Αχαάβ συγκέντρωσε τους Ισραηλίτες και όλους τους ψευδοπροφήτες στο όρος Κάρμηλος. Ο Ηλίας πλησίασε το λαό και τους είπε, ως πότε θα αμφιταλαντεύεται ποιος θεός είναι ο αληθινός; Ο Κύριος ή ο Βάαλ; Εάν ο Κύριος είναι ο αληθινός Θεός ν' ακολουθήσουν αυτόν κι αν είναι ο Βάαλ ν' ακολουθήσουν εκείνον. Τους είπε ακόμη ότι είναι ο μόνος προφήτης του Κυρίου που απόμεινε στο βόρειο βασίλειο, ενώ οι προφήτες (ιερείς) του Βάαλ είναι 450 και 400 οι προφήτες των δασών της Αστάρτης. Ύστερα ζήτησε να φέρουν δύο μοσχάρια, το ένα για τους ιερείς του Βάαλ και της Αστάρτης και το άλλο για τον ίδιο. Έπειτα να κομματιάσουν τα μοσχάρια και να τα βάλουν πάνω στα ξύλα, χωρίς όμως να βάλουν φωτιά. Το ίδιο θα κάνει κι εκείνος. Στο τέλος οι ιερείς του Βάαλ και της Αστάρτης θα επικαλεστούν το όνομα του θεού τους και ο ίδιος θα επικαλεστεί το όνομα του Κυρίου. Όποιος θεός ακούσει την προσευχή και στείλει φωτιά στο θυσιαστήριο, αυτός θα είναι ο αληθινός θεός. Κι όλος ο λαός συμφώνησε μαζί του.
Τότε οι ιερείς του Βάαλ και της Αστάρτης πήραν το μοσχάρι, το ετοίμασαν για τη θυσία κι έπειτα προσευχήθηκαν στο Βάαλ να βάλει φωτιά στο θυσιαστήριο. Έτρεχαν και χοροπηδούσαν γύρω από το θυσιαστήριο παρακαλώντας το Βάαλ ν' απαντήσει στις προσευχές τους. Αλλά ο Βάαλ ούτε τους άκουγε ούτε τους απαντούσε.
Είχε φτάσει μεσημέρι και ο Ηλίας άρχισε να τους ειρωνεύεται και να τους εμπαίζει να φωνάξουν πιο δυνατά, γιατί θεός θα ήταν απασχολημένος ή θα κοιμόταν. Τότε εκείνοι άρχισαν να φωνάζουν πιο δυνατά και να κάνουν χαρακιές στο σώμα τους, όπως συνήθιζαν, με ξίφη και με λόγχες, ώσπου το αίμα άρχισε να τρέχει πάνω τους. Είχε φτάσει απόγευμα αλλά καμιά φωνή ή απάντηση δεν ερχόταν, ούτε κάποιο σημάδι ότι είχαν εισακουστεί.
Ο προφήτης Ηλίας
και οι ιερείς του Βάαλ
Τότε ο Ηλίας είπε στους ιερείς του Βάαλ και της Αστάρτης ν' απομακρυνθούν και ετοίμασε κι αυτός το μοσχάρι για το ολοκαύτωμα. Είπε τότε στο λαό να πλησιάσει. Πήρε τότε δώδεκα πέτρες, όσες ήταν οι φυλές του Ισραήλ, και ξανάχτισε το θυσιαστήριο του Κυρίου, που είχε καταστραφεί. Ήταν το θυσιαστήριο στο οποίο ο Κύριος είχε δώσει στον Ιακώβ τ' όνομα Ισραήλ. Ύστερα έκανε γύρω από το θυσιαστήριο ένα μεγάλο αυλάκι. Στοίβαξε τα ξύλα πάνω στο θυσιαστήριο, κομμάτιασε το μοσχάρι και το τοποθέτησε πάνω στα ξύλα. Ύστερα ζήτησε να φέρουν τέσσερις κάδους νερό και να τους χύσουν πάνω στα ξύλα. Αυτό το επανέλαβαν άλλες δύο φορές και το νερό έτρεξε γύρω από το θυσιαστήριο, και γέμισε το αυλάκι.
Ο Ηλίας προσευχήθηκε με μεγάλη κραυγή στον ουρανό και ζήτησε από τον Κύριο ν' ακούσει την προσευχή του και να στείλει φωτιά στο θυσιαστήριο, ώστε να μάθει ο λαός ότι αυτός είναι ο Κύριος, ο μόνος αληθινός θεός. Τότε έπεσε φωτιά από τον ουρανό και έκαψε εντελώς το ολοκαύτωμα και τα ξύλα, κι έκαψε ακόμα τις πέτρες και το χώμα, καθώς και το νερό που υπήρχε στο αυλάκι. Όταν ο λαός είδε αυτό το θαυμαστό γεγονός, έπεσε στο έδαφος και προσκύνησε τον Κύριο. Τότε ο Ηλίας είπε στο λαό να συλλάβουν τους ιερείς του Βάαλ και της Αστάρτης, και ύστερα τους πήγαν στο χείμαρρο Κισσών και τους έσφαξαν εκεί.
Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΗΛΙΑΣ ΚΑΤΑΦΕΥΓΕΙ ΣΤΟ ΟΡΟΣ ΧΩΡΗΒ
Στη συνέχεια ο προφήτης Ηλίας ανήγγειλε στον Αχαάβ το τέλος της ξηρασίας. Σε λίγη ώρα τα σύννεφα σκοτείνιασαν τον ουρανό και ξέσπασε μεγάλη βροχή. Ο Αχαάβ στο μεταξύ διηγήθηκε στην Ιεζάβελ όλα όσα έκανε ο Ηλίας και πώς κατέσφαξε όλους τους προφήτες του Βάαλ και της Αστάρτης. Τότε εκείνη οργισμένη έστειλε αγγελιοφόρο στον Ηλία και τον απείλησε με θάνατο για όσα έκανε.
Ο Ηλίας για να γλιτώσει τη ζωή του, έφυγε και πήγε στο βουνό του Θεού, το Χωρήβ. Εκεί βρήκε καταφύγιο σε μια σπηλιά. Εκεί του παρουσιάστηκε ο Κύριος και τον έστειλε να πάει στη Δαμασκό και να χρίσει ως βασιλιά της Συρίας, τον Αζαήλ. Μετά να χρίσει τον Ιού, γιο του Ναμεσσί, ως βασιλιά στον Ισραήλ και τον Ελισαίο, γιο του Σαφάτ, να τον χρίσει προφήτη για να τον διαδεχτεί.
Όταν ο Ηλίας αναχώρησε από εκεί, συνάντησε τον Ελισαίο, γιο του Σαφάτ, που όργωνε. Μπροστά του πήγαιναν δώδεκα ζευγάρια βόδια κι εκείνος οδηγούσε το δωδέκατο. Ο Ηλίας τον πλησίασε και του πέταξε πάνω του το μανδύα του.
Τότε ο Ελισαίος κατανόησε αυτή την πράξη, άφησε τα βόδια κι έτρεξε πίσω από τον Ηλία. Τον παρακάλεσε να πάει ν' αποχαιρετήσει τον πατέρα του και μετά θα τον ακολουθήσει. Έτσι ο Ελισαίος πήρε τα βόδια του και τα θυσίασε στον Κύριο. Με τα ξύλα του αλετριού έβρασε το κρέας και το μοίρασε στο λαό κι έφαγαν. Ύστερα ακολούθησε τον Ηλία κι έγινε υπηρέτης του.

Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΗΛΙΑΣ ΕΛΕΓΧΕΙ ΤΟΝ ΑΧΑΑΒ ΓΙΑ ΤΟ ΦΟΝΟ ΤΟΥ ΝΑΒΟΥΘΑΙ
Ο προφήτης Ηλίας ελέγχει τον Αχαάβ
Μετά απ' αυτά τα γεγονότα ο Ναβουθαί, που καταγόταν από την Ιεζράελ, είχε ένα αμπελώνα κοντά στο ανάκτορο του Αχαάβ. Μια μέρα ο Αχαάβ ζήτησε από το Ναβουθαί να του δώσει τον αμπελώνα, επειδή ήταν κοντά στο ανάκτορό του. Ως αντάλλαγμα θα του έδινε έναν άλλο αμπελώνα, καλύτερο απ' αυτόν ή το αντίτιμό του εάν προτιμούσε.
Ο Ναβουθαί αρνήθηκε να παραχωρήσει την προγονική του κληρονομιά. Έτσι η γυναίκα του Αχαάβ, η Ιεζάβελ, έστειλε ένα έγγραφο εξ ονόματος του Αχαάβ, στους πρεσβυτέρους και στους άρχοντες της Ιεζράελ, και τους συνιστούσε να κηρύξουν νηστεία στην πόλη κι έπειτα να θέσουν το Ναβουθαί ως κατηγορούμενο ενώπιον του λαού. Να βάλουν και δύο διεφθαρμένους ανθρώπους να ψευδομαρτυρήσουν εναντίον του και να τον κατηγορήσουν ότι βλασφήμησε το Θεό και το βασιλιά, έτσι ώστε να καταδικαστεί σε θάνατο.
Οι πρεσβύτεροι και οι άρχοντες της Ιεζράελ έκαναν όπως τους παρήγγειλε η Ιεζάβελ. Ο Ναβουθαί καταδικάστηκε για βλασφημία και τον θανάτωσαν με λιθοβολισμό. Όταν ο Αχαάβ έμαθε από την Ιεζάβελ ότι ο Ναβουθαί πέθανε, έσχισε τα ρούχα του και φόρεσε ένα σάκκο ως ένδειξη διαμαρτυρίας. Έπειτα όμως πήγε στον αμπελώνα του Ναβουθαί για να τον πάρει στην κατοχή του.
Τότε ο Κύριος είπε στον Ηλία να πάει να συναντήσει τον Αχαάβ, που εκείνη την ώρα βρισκόταν στον αμπελώνα του Ναβουθαί και να του πει: «Επειδή φόνευσες τον Ναβουθαί και πήρες τον αμπελώνα του, ο Κύριος λέει ότι, στον τόπο που οι χοίροι και τα σκυλιά έγλυψαν το αίμα του Ναβουθαί, στον ίδιο τόπο θα γλύψουν και το δικό σου αίμα και οι πόρνες θα λουστούν στο αίμα σου».
Ο Ηλίας μετέφερε στον Αχαάβ τα λόγια του Κυρίου. Του είπε ακόμη ότι επειδή με τις πράξεις του δυσαρέστησε κι εξόργισε τον Κύριο, και παρέσυρε και το λαό στην αμαρτία, γι' αυτό ο Κύριος θα του προξενήσει συμφορές και θα εξολοθρεύσει την οικογένειά του, όπως έκανε με τις οικογένειες του Ιεροβοάμ και του Βαασά. Όσο για την Ιεζάβελ, ο Κύριος είπε: «τα σκυλιά θα φάνε την Ιεζάβελ μπροστά στο τείχος της Ιζράελ».
Όταν ο Αχαάβ άκουσε τα λόγια του Ηλία, έσκισε τα ρούχα του, ντύθηκε πένθιμα φορώντας ένα σάκκο και περιφερόταν κλαίγοντας. Κι επειδή ο Αχαάβ είχε νηστέψει και είχε πενθίσει το φόνο του Ναβουθαί, ο Κύριος είπε στον Ηλία: «Είδες πώς ταπεινώθηκε ο Αχαάβ ενώπιόν μου; Επειδή λοιπόν ταπεινώθηκε, δε θα καταστρέψω την οικογένειά του στις μέρες του, αλλά στις μέρες του γιου του».

Ζ) Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΑΧΑΑΒ ΣΤΟΝ ΙΣΡΑΗΛ
Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΜΕ ΤΟΥΣ ΣΥΡΙΟΥΣ ΚΑΙ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΑΧΑΑΒ
Επί βασιλείας Αχαάβ οι Σύριοι προσπάθησαν να εισβάλουν στο βασίλειο του Ισραήλ δύο φορές, απωθήθηκαν όμως, την πρώτη στη Σαμάρεια και τη δεύτερη στην Αφέκ. Έτσι ο γιος Άδερ (Βεν Αδάδ), βασιλιάς των Συρίων, συγκέντρωσε όλο το στρατό του, που αποτελούνταν από συμμαχία 32 βασιλιάδων, με ιππικό και πολεμικά άρματα, και πολιόρκησε την πόλη της Σαμάρειας, με σκοπό να την κυριέψει. Στη μάχη που ακολούθησε οι Ισραηλίτες ανάγκασαν τους Σύριους να υποχωρήσουν και τους έτρεψαν σε φυγή. Έπειτα τους καταδίωξαν και ο Σύρος βασιλιάς σώθηκε ανεβαίνοντας πάνω στο άλογο κάποιου στρατιώτη. Ο στρατός του Αχαάβ επέφερε μεγάλη καταστροφή στους Σύρους και πήραν ως λάφυρα πολλά άλογα και άρματα.
Μετά από ένα χρόνο ο γιος Άδερ (Βεν Αδάδ) συγκέντρωσε στρατό και εκστράτευσε εναντίον της Αφέκ για να πολεμήσει τους Ισραηλίτες. Ο στρατός του Αχαάβ είχε προετοιμαστεί και είχε ανεφοδιαστεί. Οι δύο στρατοί έμειναν στρατοπεδευμένοι ο ένας απέναντι στον άλλον εφτά μέρες. Την έβδομη μέρα άρχισε η μάχη και οι Ισραηλίτες θανάτωσαν 100.000 πεζούς Σύριους. Όσοι επέζησαν κατέφυγαν στην Αφέκ, αλλά το τείχος της πόλης έπεσε πάνω τους και σκοτώθηκαν άλλοι 27.000 Σύριοι στρατιώτες.
Ο γιος Άδερ (Βεν Αδάδ) τράπηκε σε φυγή και στη συνάντηση που είχε με τον Αχαάβ, του επέστρεψε όλες τις πόλεις που είχε πάρει ο πατέρας του από τον πατέρα του και του έδωσε το δικαίωμα να χτίσει για τον εαυτό του αγορές στη Δαμασκό, όπως είχε ο πατέρας μου στη Σαμάρεια. Με αυτή τη συμφωνία ο Αχαάβ συμφώνησε και τον άφησε ελεύθερο.
Η πόλη Ρεμμάθ (Ραμώθ) της Γαλαάδ την εποχή του βασιλιά Αχαάβ είχε καταλειφθεί από τους Σύριους. Ο Αχαάβ, ο βασιλιάς του Ισραήλ, συμφώνησε με τον Ιωσαφάτ, βασιλιά του Ιούδα, να πολεμήσουν μαζί στη Γαλαάδ για να πάρουν πίσω τη Ρεμμάθ (Ραμώθ) από τους Σύριους. Στην εκστρατεία του Αχαάβ συνέβαλαν και οι ψευδοπροφήτες του με τις ευνοϊκές τους προβλέψεις, παρά τις αντίθετες προβλέψεις του προφήτη Μιχαία.
Έτσι ο Αχαάβ, βασιλιάς του Ισραήλ, και ο Ιωσαφάτ, βασιλιάς του Ιούδα, πήγαν στη Γαλαάδ για να πάρουν από τους Σύριους τη Ρεμμάθ (Ραμμώθ). Ο Αχαάβ είπε στον Ιωσαφάτ, ότι θα πάρει τη στολή ενός στρατιώτη και θα πάει να πολεμήσει ως ένας απλός στρατιώτης και πρότεινε στον Ιωσαφάτ να φορέσει τη δική του βασιλική στολή. Έτσι ο Αχαάβ μπήκε στη μάχη ντυμένος ως απλός στρατιώτης. Ο βασιλιάς των Συρίων είχε δώσει στους 32 αρχηγούς των πολεμικών αρμάτων του ρητή διαταγή να μη χτυπήσουν κανέναν, ούτε απλό στρατιώτη ούτε αξιωματικό, παρά μόνο το βασιλιά του Ισραήλ.
Οι αρχηγοί των πολεμικών αρμάτων, όταν είδαν τον Ιωσαφάτ θεώρησαν πως αυτός ήταν ο βασιλιάς του Ισραήλ κι έτρεξαν καταπάνω του να τον χτυπήσουν. Αλλά ο Ιωσαφάτ έβγαλε μια πολεμική κραυγή και οι αρχηγοί των πολεμικών αρμάτων, όταν είδαν ότι δεν ήταν αυτός ο βασιλιάς του Ισραήλ, σταμάτησαν να τον καταδιώκουν. Αλλά ένας από αυτούς τέντωσε το τόξο και το βέλος τυχαία χτύπησε τον Αχαάβ και τον σκότωσε. Έτσι με το θάνατο του Αχαάβ σταμάτησε ο πόλεμος εναντίον των Συρίων.
Μετά πήραν το σώμα του Αχαάβ και το έφεραν στη Σαμάρεια, όπου το έθαψαν εκεί. Στην πηγή της Σαμάρειας, όπου έπλυναν το άρμα του βασιλιά, εκεί πήγαιναν οι χοίροι και τα σκυλιά κι έγλυφαν το αίμα του, ενώ οι πόρνες λουζόντουσαν στο νερό της πηγής, όπου υπήρχε ακόμη το αίμα του Αχαάβ, όπως είχε πει ο Κύριος με τον προφήτη Ηλία στον Αχαάβ.


Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΑΒΙΑ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΣΑ ΣΤΟΝ ΙΟΥΔΑ


Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΑΒΙΑ ΣΤΟΝ ΙΟΥΔΑ ΚΑΙ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΙΕΡΟΒΟΑΜ
Ο Αβιά ανέβηκε στο θρόνο μετά το θάνατο του πατέρα του Ροβοάμ, κατά το 18ο έτος της βασιλείας του Ιεροβοάμ στο Ισραήλ, και βασίλεψε για 3 έτη στην Ιερουσαλήμ. Ο Αβιά έκανε κι αυτός τις αμαρτίες που είχε κάνει ο πατέρας του και η καρδιά του δεν ήταν αφοσιωμένη στον Κύριο. Παρ' όλα αυτά, για χάρη του Δαβίδ, ο Κύριος του έδωσε γιο να τον διαδεχτεί, για να μη σβήσει η κληρονομική διαδοχή και για να σταθεροποιηθεί η Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του βασιλείου.
Ο εμφύλιος πόλεμος που είχε ξεσπάσει ανάμεσα στο Ροβοάμ και στον Ιεροβοάμ, συνεχίστηκε και σε όλη τη διάρκεια της βασιλείας του Αβιά. Κάποτε ο Αβιά παρατάχθηκε εναντίον του Ιεροβοάμ με 400.000 άντρες και ο Ιεροβοάμ αντιπαρατάχθηκε με 800.000 άντρες. Ο Ιεροβοάμ χτύπησε τον Αβιά από πίσω, ενώ ο υπόλοιπος στρατός του πολεμούσε από μπροστά. Όταν οι άνδρες του Ιούδα γύρισαν και είδαν ότι τους χτυπούσαν από μπροστά κι από πίσω, επικαλέστηκαν τον Κύριο. Τότε ο Κύριος χτύπησε τον Ιεροβοάμ και τους Ισραηλίτες μπροστά από τον Αβιά και το στρατό του Ιούδα.
Οι Ισραηλίτες τράπηκαν σε φυγή κι έτσι ο Θεός τους παρέδωσε στα χέρια των Ιουδαίων. Οι Ιουδαίοι τους χτύπησαν και τους επέφεραν μεγάλη καταστροφή, ώστε έπεσαν στο πεδίο της μάχης 500.000 Ισραηλίτες. Ο Αβιά καταδίωξε τον Ιεροβοάμ και πήρε απ' αυτόν τις πόλεις Βαιθήλ, Ισανά και Εφρών. Σε όλη τη διάρκεια της βασιλείας του Αβιά, ο Ιεροβοάμ δεν απόκτησε ποτέ πια την αρχική του δύναμη. Τελικά ο Κύριος τον χτύπησε και πέθανε. Αντίθετα, ο Αβιά γινόταν ολοένα και πιο ισχυρός.

Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΑΣΑ ΣΤΟΝ ΙΟΥΔΑ
ΚΑΙ ΤΟΥ ΝΑΔΑΒ, ΒΑΑΣΑ, ΗΛΑ, ΖΑΜΒΡΙ ΚΑΙ ΑΜΒΡΙ ΣΤΟΝ ΙΣΡΑΗΛ
Ο Ασά καταστρέφει τα είδωλα
Ο Ασά ανέβηκε στο θρόνο του βασιλείου του Ιούδα, μετά το θάνατο του πατέρα του, κατά το 24ο έτος της βασιλείας του Ιεροβοάμ στο Ισραήλ, και βασίλεψε για 41 έτη στην Ιερουσαλήμ. Ο Ασά καταδίωξε την ειδωλολατρία από το βασίλειο του Ιούδα και κατέστρεψε τα είδωλα. Πρόσταξε το λαό να λατρεύουν τον Κύριο, τον Θεό των προγόνων τους, και να εφαρμόζουν το Νόμο και τις εντολές του. Κι επειδή κατήργησε απ' όλες τις πόλεις του Ιούδα τους ιερούς τόπους και τα θυσιαστήρια, το βασίλειο είχε ειρήνη για πολλά χρόνια που ήταν βασιλιάς ο Ασά.
Επειδή στο βασίλειο υπήρχε ειρήνη, ο βασιλιάς Ασά βρήκε το χρόνο και οχύρωσε πολλές πόλεις στην περιοχή του Ιούδα. Τον στρατό του Ασά τον αποτελούσαν 300.000 άντρες από τη φυλή Ιούδα και 280.000 άντρες από τη φυλή Βενιαμίν. Κι όλοι αυτοί ήταν ικανοί και έμπειροι πολεμιστές.
Στο βόρειο βασίλειο ο Ναδάβ, γιος του Ιεροβοάμ, βασίλευσε στο βασίλειο του Ισραήλ κατά το δεύτερο έτος της βασιλείας του Ασά στον Ιούδα και βασίλευσε για 2 χρόνια. Ο Ναδάβ έπραξε ό,τι δυσαρεστεί τον Κύριο, ακολουθώντας το κακό παράδειγμα του πατέρα του.
Έτσι ο Βαασά συνωμότησε εναντίον του Ναδάβ, γιο του Ιεροβοάμ, και τον σκότωσε όταν αυτός βρισκόταν στη Γαβαθών, τον καιρό που ο Ναδάβ πολιορκούσε την πόλη από τους Φιλισταίους. Το γεγονός αυτό συνέβη το 3ο έτος της βασιλείας του Ασά στον Ιούδα. Έτσι το Ναδάβ τον διαδέχτηκε στο θρόνο ο Βαασά. Αυτός όταν έγινε βασιλιάς, εξόντωσε ολόκληρη την οικογένεια του Ιεροβοάμ και δεν άφησε κανένα ζωντανό απ' τους απογόνους του. Ο Βαασά βασίλευσε βασίλευσε 24 έτη, έχοντας ως πρωτεύουσα την πόλη Θερσά.
Ο Βαασά έπραξε ό,τι δυσαρεστεί τον Κύριο, ακολουθώντας το κακό παράδειγμα του Ιεροβοάμ. Έκανε κι αυτός τις ίδιες αμαρτίες, με τις οποίες κι εκείνος είχε παρασύρει τον ισραηλιτικό λαό στην ειδωλολατρία. Ο Κύριος έστειλε στο Βαασά τον προφήτη Ιού, γιο του Ανανί, με το ακόλουθο μήνυμα: «Εγώ σ' έβγαλα από την αφάνεια και σ' έκανα βασιλιά του ισραηλιτικού λαού. Εσύ, όμως, ακολούθησες το παράδειγμα του Ιεροβοάμ και παρέσυρες το λαό στην αμαρτία, για να με παροργίσουν με τις αμαρτίες τους. Γι' αυτό κι εγώ θα εξαφανίσω εσένα και τους απογόνους σου, όπως έκανα με τους απογόνους του Ιεροβοάμ».
Κατά το 15ο έτος της βασιλείας του Ασά, εκστράτευσε εναντίον του Ιούδα ο Ζαρέ από την Αιθιοπία με ένα εκατομμύριο στρατό και 300 πολεμικές άμαξες, κι έφτασε έως τη Μαρισά. Τότε ο Ασά βγήκε να τον αντικρούσει και παρατάχθηκε σε μάχη στην κοιλάδα που βρίσκεται βόρεια της Μαρισά. Ο Ασά, με τη βοήθεια του Κυρίου, χτύπησε τους Αιθίοπες και τους καταδίωξε μέχρι τη Γεδώρ (Γέραρα). Σκοτώθηκαν τόσοι πολλοί Αιθίοπες, ώστε ήταν αδύνατο πια οι υπόλοιποι ν' ανασυγκροτηθούν.
Κατά το 38ο έτος της βασιλείας του Ασά, ο Βαασά, βασιλιάς του Ισραήλ, εκστράτευσε  εναντίον του βασιλείου του Ιούδα, καταλαμβάνοντας και οχυρώνοντας τη Ραμά. Τότε ο Ασά πήρε όλο το ασήμι και το χρυσάφι που υπήρχε στα θησαυροφυλάκια του ναού του Κυρίου και του βασιλικού ανακτόρου και έκλεισε συμφωνία με το βασιλιά της Συρίας, έτσι ώστε να διαλύσει τη συμμαχία του με το Βαασά, για ν' αποσύρει το στρατό του από την περιοχή του Ιούδα. Ο βασιλιάς της Συρίας χτύπησε τις πόλεις του Ισραήλ και ο Βαασά σταμάτησε να οχυρώνει τη Ραμά και επέστρεψε στην πατρίδα του.
Μετά τα γεγονότα αυτά ο προφήτης Ανανί, πήγε στο βασιλιά του Ιούδα Ασά, και του είπε: «Επειδή στηρίχτηκες στο βασιλιά των Συρίων κι όχι στον Κύριο το Θεό σου, γι' αυτό και διέφυγε από τα χέρια σου ο στρατός της Συρίας. Οι Αιθίοπες και οι Λίβυες δεν ήταν περισσότεροι με πολλές άμαξες και ιππείς; Επειδή όμως τότε στηρίχτηκες στον Κύριο, εκείνος τους παρέδωσε στην εξουσία σου. Αλλά σ' αυτήν εδώ την περίπτωση έπραξες απερίσκεπτα. Γι' αυτό από δω και πέρα θα έχεις πολέμους».
Ο Ασά θύμωσε εναντίον του προφήτη και τον έκλεισε στη φυλακή, γιατί τον εξόργισαν αυτά που είπε. Επίσης, τον καιρό εκείνο ο Ασά άρχισε να κακομεταχειρίζεται το λαό.
Στο βόρειο βασίλειο τον Βαασά διαδέχτηκε ο γιος του, ο Ηλά, ο οποίος βασίλευσε για 2 έτη, το 27ο έτος της βασιλείας του Ασά στον Ιούδα, έχοντας ως πρωτεύουσα την πόλη Θερσά. Ο Ζαμβρί, ο αρχηγός του μισού ιππικού, συνωμότησε εναντίον του Ηλά και τον βρήκε να πίνει και να μεθοκοπάει στο σπίτι του Ωσά, του αρχιοικονόμου του βασιλικού οίκου. Ο Ζαμβρί μπήκε στο σπίτι, σκότωσε τον Ηλά και βασίλευσε αυτός στη θέση του, σκοτώνοντας όλους τους απογόνους του Βαασά και του Ηλά, σύμφωνα με όσα είχε ο Κύριος προαναγγείλει με τον προφήτη Ιού.
Ο Ζαμβρί βασίλεψε για εφτά ημέρες στην Θερσά. Ο στρατός των Ισραηλιτών είχε στρατοπεδεύσει για να επιτεθεί στη Γαβαθών, που ανήκε στους Φιλισταίους. Όταν οι στρατιώτες έμαθαν την είδηση, ότι ο Ζαμβρί συνωμότησε και σκότωσε το βασιλιά, τότε την ίδια μέρα εκεί στο στρατόπεδο ανακήρυξαν όλοι ομόφωνα βασιλιά τον Αμβρί, που ήταν ο αρχιστράτηγος των Ισραηλιτών. Τότε ο Αμβρί και όλος ο στρατός που ήταν μαζί του, έφυγαν από τη Γαβαθών και πήγαν να πολιορκήσουν την Θερσά. Όταν είδε ο Ζαμβρί ότι κυριεύθηκε η πόλη από τον Αμβρί, κλείστηκε στον πύργο του βασιλικού ανακτόρου, έβαλε φωτιά και πέθανε μέσα στις φλόγες. Αυτό έγινε για τις αμαρτίες του, γιατί έπραξε κι αυτός ό,τι δυσαρεστεί τον Κύριο και ακολούθησε το παράδειγμα του Ιεροβοάμ και παρέσυρε το λαό στην ειδωλολατρία.
Μετά το θάνατο του Ζαμβρί ο ισραηλιτικός λαός διχάστηκε. Οι μισοί ακολούθησαν τον Θαμνί, γιο του Γωνάθ, και ανέδειξαν αυτόν βασιλιά και το άλλο μισό ακολούθησε τον Αμβρί. Ο λαός, όμως, που ακολούθησε τον Αμβρί, επικράτησε εκείνων που ακολούθησαν τον Θαμνί. Ο Θαμνί φονεύθηκε, καθώς κι ο αδελφός του ο Ιωράμ, κι έτσι έγινε βασιλιάς ο Αμβρί.
Ο Αμβρί έγινε βασιλιάς του Ισραήλ το 31ο έτος της βασιλείας του Ασά στον Ιούδα, και βασίλεψε 12 χρόνια. Τα πρώτα έξι χρόνια βασίλεψε στην Θερσά. Αγόρασε από τον Σεμήρ το όρος Σεμερών, στον οποίο ανήκε, πληρώνοντας δύο ασημένια τάλαντα, και πάνω του έχτισε μια πόλη που την ονόμασε Σαμάρεια, από το όνομα του Σεμήρ, ιδιοκτήτη του βουνού και την έκανε πρωτεύουσά του.
Αλλά και ο Αμβρί έπραξε ό,τι δυσαρεστούσε τον Κύριο. Διέπραξε ασέβειες πολύ χειρότερες απ' όλους τους προκατόχους του. Ακολούθησε κι αυτός το παράδειγμα του Ιεροβοάμ και παρέσυρε στην ειδωλολατρία το λαό, εξοργίζοντας τον Κύριο με τις πράξεις τους.

Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΩΝ ΡΟΒΟΑΜ ΚΑΙ ΙΕΡΟΒΟΑΜ


Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΡΟΒΟΑΜ
Ο Ροβοάμ
Ο Ροβοάμ διαδέχτηκε τον πατέρα του, τον Σολομώντα, σε ηλικία 41 ετών και βασίλευσε για 17 έτη στην Ιερουσαλήμ. Στα χρόνια της βασιλείας του ανοικοδόμησε και οχύρωσε πολλές πόλεις στο βασίλειο του Ιούδα. Τις πόλεις αυτές ο Ροβοάμ τις οχύρωσε με τείχη, γέμισε τις αποθήκες τους με τρόφιμα και τις εφοδίασε με ασπίδες και δόρατα, έτσι ώστε να είναι πολύ ισχυρές.
Τα επόμενα χρόνια ο Ροβοάμ δεν ακολούθησε το παράδειγμα του Δαβίδ, του παππού του, και δεν πορεύτηκε σύμφωνα με τις εντολές του Κυρίου. Έτσι έπραξε ότι δυσαρεστεί τον Κύριο και τον εξόργισε με τις αμαρτίες του, περισσότερο από τους προγόνους του. Έτσι η χώρα παρασύρθηκε στην ειδωλολατρεία και ο λαός τηρούσε τα βδελυρά έθιμα των εθνών εκείνων, που ο Κύριος τα είχε διώξει από τη χώρα για να κατοικήσουν οι Ισραηλίτες.
Το πέμπτο έτος της βασιλείας του Ροβοάμ, ο βασιλιάς της Αιγύπτου Σισάκ (Σουσακίμ) επιτέθηκε στην Ιερουσαλήμ με 1200 πολεμικά άρματα και 60.000 ιππείς. Ο ίδιος ήταν επικεφαλής ενός αναρίθμητου στρατού που τον αποτελούσαν Λίβυοι, Αιθίοπες και Τρωγλοδύτες. Αφού κυρίεψε τις οχυρωμένες πόλεις του Ιούδα, έφτασε και στην Ιερουσαλήμ.
Τότε ο προφήτης Σαμαΐας πήγε στο Ροβοάμ και στους άρχοντες του Ιούδα, που είχαν συγκεντρωθεί στην Ιερουσαλήμ, και τους είπε πως, ο Κύριος θα τους εγκαταλείψει στα χέρια του Σουσακίμ, αφού κι αυτοί τον εγκατέλειψαν. Οι άρχοντες του Ιούδα κι ο βασιλιάς ταπεινώθηκαν και μετανόησαν. Όταν το είδε αυτό ο Κύριος, είπε στο Σαμαΐα, πως αφού ταπεινώθηκαν, δεν θα τους καταστρέψει, αλλά θα υποταχθούν στο Σισάκ (Σουσακίμ) και θα γίνουν υποτελείς του.
Έτσι ο Σισάκ (Σουσακίμ) μπήκε νικητής στην Ιερουσαλήμ και άρπαξε τους θησαυρούς του Ναού και του βασιλικού ανακτόρου και τους πήγε στην Αίγυπτο. Όταν ο Ροβοάμ πέθανε, τον έθαψαν μαζί με τους προγόνους του, στην Πόλη Δαβίδ, στην Ιερουσαλήμ. Στο θρόνο τον διαδέχτηκε ο γιος του ο Αβιά.

Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΙΕΡΟΒΟΑΜ Α'
Ο Ιεροβοάμ, όταν ανέβηκε στο θρόνο, οχύρωσε τη Συχέμ και την έκανε πρωτεύουσα του νέου βασιλείου. Στη συνέχεια ο Ιεροβοάμ επανέφερε την ειδωλολατρία στο λαό του Ισραήλ και η πράξη του αυτή έγινε η αφορμή να παρασυρθεί ο λαός στην ειδωλολατρία και να εγκαταλείψει το ναό του Κυρίου. Συγκεκριμένα ο Ιεροβοάμ κατασκεύασε δύο χρυσά μοσχάρια και έδωσε εντολή στο λαό να τα λατρεύουν ως θεούς. Τοποθέτησε το ένα ομοίωμα στη Βαιθήλ και το άλλο το παραχώρησε στη φυλή Δαν στο βορρά.
Ακόμη ο Ιεροβοάμ κατασκεύασε και ναούς στα ψηλότερα σημεία και τοποθέτησε ιερείς από το λαό, οι οποίοι δεν κατάγονταν από τη φυλή Λευΐ. Επίσης όρισε ως επίσημη γιορτή τη δέκατη πέμπτη μέρα του όγδοου μήνα, ως αντίστοιχη της γιορτής της Σκηνοπηγίας, που εορτάζονταν στο βασίλειο του Ιούδα στην Ιερουσαλήμ. Μάλιστα κατά τη γιορτή αυτή ο Ιεροβοάμ πρόσφερε ο ίδιος τις θυσίες στο θυσιαστήριο που είχε κάνει στη Βαιθήλ, όπου και θυσίασε στα ομοιώματα που είχε κατασκευάσει.
Οι ιερείς και οι λευίτες, που κατοικούσαν σ' όλη την περιοχή του Ισραήλ, δηλαδή στο βόρειο βασίλειο, εγκατέλειψαν τις πόλεις και τα βοσκοτόπια τους και ήρθαν στην περιοχή του Ιούδα και στην Ιερουσαλήμ, γιατί ο Ιεροβοάμ και οι διάδοχοί του τους απαγόρευσαν να υπηρετούν ως ιερείς τον Κύριο.

Ο ΙΕΡΟΒΟΑΜ ΚΑΙ Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΤΟΥ ΙΟΥΔΑ
Ο Ιεροβοάμ και ο προφήτης του Ιούδα
Κάποτε ο Ιεροβοάμ, κατά τη γιορτή που ο ίδιος επινόησε, πήγε στη Βαιθήλ κι ανέβηκε στο θυσιαστήριο για να προσφέρει θυσία στα ομοιώματα που είχε κατασκευάσει. Την ώρα εκείνη, με εντολή του Κυρίου, είχε πάει στη Βαιθήλ κι ένας προφήτης από την περιοχή του Ιούδα. Και τη στιγμή που ο Ιεροβοάμ στεκόταν μπροστά στο θυσιαστήριο για να κάνει τη θυσία, ο προφήτης προφήτεψε, πως μετά από πολλά χρόνια ένας γιος θα γεννηθεί από τους απογόνους του Δαβίδ, που τ' όνομά του θα είναι Ιωσίας. Αυτός θα σκοτώσει πάνω σ' αυτό το θυσιαστήριο τους ιερείς των ειδωλολατρικών ιερών και τα οστά τους θα τα κάψει πάνω του. Κι αμέσως μετά είπε, πως απόδειξη ότι αυτά που είπε είναι λόγος Κυρίου, το θυσιαστήριο αυτό σε λίγο θα σπάσει και η στάχτη που είναι πάνω του θα χυθεί.
Όταν ο Ιεροβοάμ άκουσε τα λόγια που είπε ο προφήτης, άπλωσε το χέρι του πάνω από το θυσιαστήριο εναντίον του προφήτη και πρόσταξε να τον συλλάβουν. Αλλά το χέρι του ξεράθηκε και δεν μπορούσε να το ξαναφέρει στη θέση του. Τότε έσπασε το θυσιαστήριο και χύθηκε η στάχτη του, όπως είπε ο προφήτης με εντολή του Κυρίου.
Ο Ιεροβοάμ τότε αποκρίθηκε στον προφήτη, να προσευχηθεί και να παρακαλέσει τον Κύριο για να επανέλθει το χέρι στη θέση του. Ο προφήτης παρακάλεσε τον Κύριο να γυρίσει το χέρι του βασιλιά στη θέση του, και το χέρι έγινε όπως πρώτα.
Αμέσως μετά ο Ιεροβοάμ προσκάλεσε τον προφήτη να φάνε μαζί στο σπίτι του, αλλά ο προφήτης του απάντησε, πως κι αν ακόμα του πρόσφερε το μισό του ανάκτορο, δε θα πήγαινε μαζί του, γιατί ο Κύριος του απαγόρευσε αυστηρά να μη φάει ούτε να πιει απ' αυτόν τον τόπο και να γυρίσει στην πατρίδα του από άλλο δρόμο. Έτσι ο προφήτης έφυγε και ακολούθησε άλλο δρόμο από εκείνον που είχε πάρει για να πάει στη Βαιθήλ.
Κατά την επιστροφή του όμως ο προφήτης του Ιούδα παρασύρθηκε από ένα γέροντα προφήτη της Βαιθήλ και παράκουσε την εντολή του Θεού και έφαγε στο σπίτι του. Έτσι κατά την επιστροφή του αργότερα, ένα λιοντάρι τον θανάτωσε στο δρόμο και το θηρίο δεν κατασπάραξε ούτε το σώμα του προφήτη ούτε το γαϊδούρι του. Έτσι επαληθεύτηκε η προφητεία του Κυρίου, που ειπώθηκε την ώρα που τρώγανε οι δύο προφήτες, ότι το σώμα του προφήτη του Ιούδα δεν θα θαφτεί στον τάφο των προγόνων του. Ο προφήτης της Βαιθήλ έθαψε το σώμα του προφήτη του Ιούδα μακριά από τον τόπο του και επαλήθευσε την προφητεία του, που έκανε μπροστά στο θυσιαστήριο της Βαιθήλ ενάντια σε όλους τους ιερείς του βόρειου βασιλείου.

ΠΡΟΑΝΑΓΓΕΛΙΑ ΤΙΜΩΡΙΩΝ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΙΕΡΟΒΟΑΜ
Αλλά και μετά απ' αυτό το γεγονός, ο Ιεροβοάμ δεν άλλαξε τακτική και εξακολούθησε να προσφέρει θυσίες σε ειδωλολατρικούς θεούς. Τον καιρό εκείνο, ο Αβιά, το μικρό παιδί του Ιεροβοάμ αρρώστησε βαριά και ο Ιεροβοάμ έστειλε τη γυναίκα του να πάει στη Σηλώ, όπου ζούσε ο προφήτης Αχιά, να ρωτήσει τον προφήτη, ο οποίος ήταν σε βαθιά γεράματα και ήταν τυφλός, για την υγεία του παιδιού. Εκείνη μεταμφιέστηκε για να μην την αναγνωρίσουν, πήρε μαζί της δώρα και ξεκίνησε για τη Σηλώ.
Όταν άκουσε ο Αχιά τα βήματά της, τη στιγμή που έμπαινε στην πόρτα, την αποκάλεσε με τ' όνομά της και τη ρώτησε γιατί έχει μεταμφιεσθεί. Της είπε, πως έχει εντολή από τον Κύριο να της δώσει σκληρό μήνυμα και πως άδικα πήρε μαζί της δώρα, γιατί αυτά δεν πρόκειται ν' αλλάξουν την απόφαση του Κυρίου. Να διαβιβάσει στον Ιεροβοάμ, ότι ο Κύριος τον ανέδειξε και τον έκανε ηγεμόνα των δέκα φυλών του Ισραήλ. Κι αυτός δεν τήρησε τις εντολές του Κυρίου και φέρθηκε χειρότερα απ' όλους τους προκατόχους του. Εξόργισε τον Κύριο φτιάχνοντας ψεύτικους θεούς και παρέσυρε το λαό στην ειδωλολατρία. Γι' αυτό και ο Κύριος θα προκαλέσει δυστυχία στη δυναστεία του και θα εξοντώσει όλα τα αρσενικά παιδιά από την οικογένειά του. Τέλος της είπε πως, όταν θα μπαίνει στην πόλη της, οι δούλες της θα της πουν, πως το παιδί της πέθανε. Και θ' αναδείξει ο Κύριος άλλο βασιλιά στον Ισραήλ και θα πλήξει τη δυναστεία του Ιεροβοάμ. Κι επειδή ο Ιεροβοάμ αμάρτησε κι έγινε αιτία ν' αμαρτήσει και ο λαός, στο τέλος ο Κύριος θα ξεριζώσει τον Ισραήλ από την ωραία τούτη γη, που την έδωσε στους προγόνους τους και θα τον διασκορπίσει πέρα από τον Ευφράτη ποταμό.
Αυτά της είπε ο προφήτης και η γυναίκα του Ιεροβοάμ, όταν έμπαινε στην πόλη της έμαθε ότι το παιδί της πέθανε, όπως είχε πει ο Κύριος με το δούλο του τον Αχιά, τον προφήτη. Όταν πέθανε ο Ιεροβοάμ τον διαδέχτηκε στο θρόνο ο γιος του ο Ναδάβ.



ΟΙ ΟΔΥΝΗΡΕΣ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΑΣΗΣ


Η βαθύτερη αιτία που οδήγησε το μεγάλο και ενιαίο βασίλειο στη διάσπαση ήταν η αμέλεια των Ισραηλιτών να μείνουν πιστοί, στη συμφωνία που είχαν κάνει με το Θεό. Η υπόσχεση που του είχαν δώσει ότι θα τηρούσαν το θέλημά του, δεν τηρήθηκε. Έτσι, τα φαινόμενα κατάχρησης εξουσίας και οι κακές επιλογές ταλαιπωρούσαν το λαό.
Η επαφή και η συνεργασία με τους ειδωλολατρικούς λαούς έβαλε στη ζωή των Ισραηλιτών θεότητες, ήθη και συνήθειες εντελώς ξένες προς τη δική τους παράδοση. Η ανάμιξη στοιχείων από διαφορετικές λατρείες και παραδόσεις λέγεται θρησκευτικός συγκρητισμός και είναι αποτέλεσμα ανασφάλειας, σύγχυσης και ολιγοπιστίας. Φυσική συνέπεια του θρησκευτικού συγκρητισμού ήταν η ηθική κατάπτωση. Διαφθορά και διχόνοια, κλοπές, φόνοι, ψευδορκίες, εκμετάλλευση και καταπίεση των φτωχών και αδυνάτων έγιναν καθημερινά φαινόμενα και στα δύο βασίλεια και υπήρξαν επακόλουθα του θρησκευτικού αποχρωματισμού.
Το Βασίλειο του Ισραήλ αποκομμένο πολιτικά και θρησκευτικά από το εθνικό κέντρο, την Ιερουσαλήμ, μετέπεσε στην ειδωλολατρία, στην οποία τον οδήγησαν, οι βασιλείς του. Για το λόγο αυτό κανένας βασιλιάς του Ισραήλ δεν επαινείται για τα έργα του, αλλά αντίθετα όλοι κατακρίνονται, γιατί έπραξαν αντίθετα με το θέλημα του Κυρίου.
Πάνω στην ίδια περίπου γραμμή ήταν και η ιστορία του Βασιλείου του Ιούδα. Οι πόλεμοι ήταν συνεχείς, η αποστασία γενική, η βασιλεία κληρονομική, το προφητικό κήρυγμα ελεγκτικό κλπ. Από τους βασιλείς του Ιούδα μόνο οι Εζεκίας και Ιωσίας εγκωμιάζονται για την προσπάθειά τους να προχωρήσουν σε θρησκευτική μεταρρύθμιση και να απαλλάξουν τη λατρεία από ξένα στοιχεία.
Ως συνέπεια της διάσπασης συχνοί ήταν οι εμφύλιοι πόλεμοι ανάμεσα στο Βόρειο και το Νότιο Βασίλειο για το ποιος θα υπερισχύσει. Οι εχθροί των Ισραηλιτών εκμεταλλεύονταν αυτή τη διχόνοια και γίνονταν απειλητικότεροι. Οι βασιλείς, για να αντιμετωπίσουν τους κινδύνους, συμμαχούσαν με άλλους ειδωλολατρικούς λαούς. Για να πετύχουν μάλιστα την υποστήριξή τους έφταναν να προσκυνούν και τους θεούς τους.
Σε επίπεδο πολιτικό, κυριαρχούν οι δολοπλοκίες, οι δολοφονίες, οι συνεχείς αλλαγές στο βασιλικό θρόνο. Δυστυχώς για τον Ισραήλ, βασιλείς σαν τον Δαβίδ και το Σολομώντα δε θα ξαναφανούν.
Εκτός από μικρές περιόδους ακμής και ηρεμίας οι ταραχές ήταν μεγάλες και συχνές, ιδιαίτερα στο Βόρειο Βασίλειο. Είναι χαρακτηριστικό ότι από τους δεκαεννιά συνολικά βασιλείς του Ισραήλ οι οκτώ έπεσαν θύματα πολιτικών δολοφονιών.
Όλα αυτά είχαν σαν αποτέλεσμα την σταδιακή εξασθένηση των δύο Βασιλείων και τελικά το βόρειο υπέκυψε στους Ασσύριους, το 722 π.Χ. και το νότιο στους Βαβυλώνιους το 587 π.Χ.





ΡΟΒΟΑΜ ΚΑΙ ΙΕΡΟΒΟΑΜ Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΟΥ ΕΝΙΑΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ


Ο ΙΕΡΟΒΟΑΜ ΚΑΙ Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΑΧΙΑ
Ο προφήτης Αχιά και ο Ιεροβοάμ
Ο Ιεροβοάμ αρχικά ήταν δούλος του Σολομώντα. Όταν ο Σολομών οχύρωσε την Πόλη Δαβίδ, ο Ιεροβοάμ ήταν ένας από τους εργάτες και ήταν πολύ δυνατός. Ο Σολομών είδε, ότι ήταν άνθρωπος των έργων και τον διόρισε επόπτη στα έργα της φυλής Εφραίμ.
Μια μέρα που ο Ιεροβοάμ είχε βγει από την Ιερουσαλήμ, τον συνάντησε στο δρόμο ο προφήτης Αχιά ο Σηλωνίτης. Ο προφήτης Αχιά πήρε το καινούριο ρούχο που φορούσε, το έσχισε σε 12 κομμάτια και είπε στον Ιεροβοάμ να πάρει τα δέκα κομμάτια, γιατί ο Κύριος αποφάσισε, επειδή ο Σολομώντας λάτρεψε άλλες θεότητες, να διασπάσει τη βασιλεία του Σολομώντα και να δώσει στον Ιεροβοάμ την αρχηγία των 10 βόρειων φυλών. Μόνο δύο φυλές θα μείνουν στο Σολομώντα κι αυτό για χάρη του Δαβίδ και της Ιερουσαλήμ, της ιερής πόλης του Θεού. Είπε ακόμη στον Ιεροβοάμ, ότι εάν βαδίσει στο δρόμο του Κυρίου και τηρήσει τις εντολές του, ο Κύριος θα είναι μαζί του και θα στερεώσει τη βασιλεία του.
Όταν ο Σολομών έμαθε για τη συνάντηση αυτή, φοβήθηκε και θέλησε να θανατώσει τον Ιεροβοάμ. Αυτός, όμως, κατέφυγε στον Σισάκ (Σουσακίμ), βασιλιά της Αιγύπτου, κι έμεινε εκεί μέχρι που πέθανε ο Σολομών.

ΡΟΒΟΑΜ ΚΑΙ ΙΕΡΟΒΟΑΜ- Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Με το θάνατο του Σολομώντα το 931 π.Χ. και την άνοδο στο θρόνο του γιου του Ροβοάμ τερματίζεται οριστικά και η ύπαρξη ενός ισχυρού και ενωμένου εβραϊκού βασιλείου. Ο Ροβοάμ μετά το θάνατο του πατέρα του  πήγε στη Συχέμ για να ανακηρυχθεί βασιλιάς όλου του Ισραήλ. Οι εκπρόσωποι των δέκα βόρειων φυλών ζήτησαν από το Ροβοάμ, να τους μειώσει τη βαριά φορολογία που τους είχε επιβάλλει ο πατέρας του.
Ο Ροβοάμ, ο οποίος ήταν άνθρωπος χωρίς σύνεση και κρίση, παρά την αντίθετη γνώμη των πρεσβυτέρων, παρασύρθηκε από τη γνώμη των άπειρων αυλικών του και απέρριψε τα αιτήματα των βόρειων φυλών. Τους μίλησε μάλιστα με τρόπο σκληρό και αλαζονικό: «Ο πατέρας μου έβαλε πάνω σας βαρύ ζυγό, αλλά εγώ θα σας τον κάνω ασήκωτο».
Όταν οι Ισραηλίτες του βορρά είδαν ότι ο βασιλιάς δεν τους άκουσε, αποφάσισαν να διακόψουν τις σχέσεις τους με τους απογόνους του Δαβίδ και να μην αναγνωρίσουν τη διαδοχή τους στο βασιλικό θρόνο. Έπειτα ο Ροβοάμ έστειλε για συμβιβασμό προς τις βόρειες φυλές τον Αδωνιράμ, που ήταν ο επόπτης των φόρων, τον οποίο οι Ισραηλίτες του βορρά τον λιθοβόλησαν και τον σκότωσαν. Μετά απ' αυτό, ο Ροβοάμ ανέβηκε στην άμαξά του κι έφυγε εσπευσμένα για την Ιερουσαλήμ.
Έτσι οι φυλές του βορείου Ισραήλ αποσχίστηκαν από το βασιλικό οίκο του Δαβίδ. Κάλεσαν στη συνέλευσή τους, στη Συχέμ, τον Ιεροβοάμ και τον ανακήρυξαν βασιλιά του Ισραήλ, δηλαδή των δέκα βόρειων φυλών. Κανένας δεν ακολούθησε τους απογόνους του Δαβίδ, παρά μόνο οι φυλές του Ιούδα και του Βενιαμίν.

Τα βασίλεια της Παλαιστίνης
Έτσι το βασίλειο χωρίστηκε στα δύο. Στο Βόρειο, που περιλάμβανε τις δέκα βόρειες φυλές και ονομάστηκε Βασίλειο του Ισραήλ, με βασιλιά τον Ιεροβοάμ Α' και πρωτεύουσα τη Συχέμ και αργότερα τη Σαμάρεια. Και στο Νότιο, που περιλάμβανε τις δύο φυλές, Ιούδα και Βενιαμίν, και ονομάστηκε Βασίλειο του Ιούδα, με βασιλιά το γιο του Σολομώντα Ροβοάμ και πρωτεύουσα την Ιερουσαλήμ.
Η ιστορία της περιόδου αυτής αρχίζει και για τα δύο βασίλεια από τη διάσπαση του ενιαίου βασιλείου το 930 π.Χ. και τερματίζεται για το βασίλειο του Ισραήλ, αν και μεγαλύτερο και ισχυρότερο, με την κατάλυσή του από τον Ασσύριο μονάρχη Σαργών Β' το 722 π.Χ. και για το Βασίλειο του Ιούδα με την κατάληψη και καταστροφή της Ιερουσαλήμ απ' το Βαβυλώνιο ηγεμόνα Ναβουχοδονόσορα Β' το 587 π.Χ. Έτσι το Βόρειο βασίλειο επέζησε διακόσια περίπου χρόνια και το Νότιο περίπου τριακόσια πενήντα.
Ύστερα από την απόσχιση των βόρειων φυλών, ο Ροβοάμ συγκέντρωσε από τις φυλές Ιούδα και Βενιαμίν 180.000 άνδρες, για να πολεμήσει με τις βόρειες φυλές και να τους υποτάξει στη βασιλεία του. Όμως με παρέμβαση του προφήτη Σαμαΐα, ύστερα από εντολή του Κυρίου, ο εμφύλιος ματαιώθηκε.


ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΒΑΣΙΛΕΩΝ ΤΟΥ ΒΟΡΕΙΟΥ ΚΑΙ ΝΟΤΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ






ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΡΟΦΗΤΩΝ